πίλου

πίλου
πί̱λου , πῖλος
wool
masc gen sg
πιλόω
contract
pres imperat act 2nd sg
πιλόω
contract
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Νέα Καληδονία — (Nouvelle Caledonie). Νησί (19.058 τ. χλμ., 222.900 κάτ. το 2003) του νοτιοδυτικού Ειρηνικού ωκεανού, λίγο βορειότερα από τον Τροπικό του Αιγόκερω και σε απόσταση περίπου 1.500 χλμ. από τις ακτές της Αυστραλίας.Είναι υπερπόντιο έδαφος της Γαλλίας …   Dictionary of Greek

  • πέπλος — Πεδινός οικισμός (κάτ., υψόμ. 60 μ.), στην πρώην επαρχία Σουφλίου του νομού Έβρου. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (64 τ. χλμ., κάτ.), στην οποία ανήκουν και άλλοι τρεις μικρότεροι οικισμοί, η Βρυσούλα (...κάτ., υψόμ. 30 μ.), η Γεμιστή (...… …   Dictionary of Greek

  • βρυόφυτα — Φυτά γνωστά ως βρύα ή μούσκλια, που συγκροτούν μια υποδιαίρεση του φυτικού βασιλείου και περιλαμβάνουν τα φυλλόβρυα, τα ηπατικά και τα ανθοκεροτά. Είναι φυτά κρυπτόγαμα, πράσινα, με χαρακτηριστικό γνώρισμα την απουσία τυπικών λουλουδιών, καρπών… …   Dictionary of Greek

  • μανιτάρια — Κοινή ονομασία του υπέργειου, ογκώδους, γενικά μαλακού και σαρκώδους καρποσώματος ή σποριοφόρου σώματος πολλών ανώτερων μυκήτων, το οποίο παράγεται από ένα πλούσια διακλαδιζόμενο μυκήλιο που βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους των δασών… …   Dictionary of Greek

  • πόρος — I Νησί του Σαρωνικού κόλπου, απέναντι από την Τροιζηνία, από ένα σημείο της οποίας η απόσταση μέχρι τον Πόρο είναι μόλις λίγα μέτρα. Ο Π. έχει έκταση 31 τ. χλμ. και πρωτεύουσα του είναι ο ομώνυμος παράλιος οικισμός (υψόμ. 20 μ.). Ανήκει στην… …   Dictionary of Greek

  • υφόπλεγμα — το, Ν (μυκητ.) ο ινώδης ιστός που αποτελεί το σώμα τού πίλου στα βασιδιοκάρπια, τα μανιτάρια, τών βασιδιομυκήτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < υφή / ύφος + πλέγμα. Η λ. αποτελεί απόδοση ξεν. επιστημον. όρου, πρβλ. αγγλ. context] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”